Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
26/12/20
25/12/20
ΧΤΥΠΑΤΕ ΧΑΡΜΟΣΥΝΑ ΚΑΜΑΝΕΣ...
ΧΤΥΠΑΤΕ ΚΑΜΠΑΝΕΣ..ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΜΑΣ.
20/12/20
Ο Χριστός γεννιέται για να του δώσουμε τις αμαρτίες μας!
Δος μου τις αμαρτίες σου!
Λίγο αργότερα από την εποχή του μεγάλου Κωνσταντίνου, ένας σπουδαίος άνθρωπος, ξεκίνησε από την Ρώμη και πήγε στη Βηθλεέμ. Έφτιαξε εκεί το κατάλυμά του και ζούσε δίπλα στο σπήλαιο που γεννήθηκε ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός.
Πρόκειται για τον περίφημο άγιο, τον σοφό άγιο Ιερώνυμο, αυτόν που μετέφρασε στα λατινικά όλη την Αγία Γραφή και έγραψε πολλά θαυμάσια βιβλία, όλα για την δόξα του Χριστού και για την σωτηρία των ανθρώπων.
Κάθε τόσο, ο άγιος Ιερώνυμος πήγαινε και γονάτιζε μπροστά στο σπήλαιο που γεννήθηκε ο Χριστός και Τον παρακαλούσε και Τον ικέτευε για την αιώνια ζωή.
Μια μέρα, Χριστούγεννα, – το έχει γράψει ο ίδιος αυτό το γεγονός – ενώ προσευχόταν, βλέπει τον Χριστό μπροστά του να του λέει:
-Ιερώνυμε, σήμερα είναι η γιορτή μου. Σήμερα είναι η επέτειος της καθόδου μου στη γη, που γεννήθηκα στο σπήλαιο αυτό. Τί δώρο θα μου κάνεις;
Απαντάει ο άγιος:
-Υιέ του Θεού, για Σένα άφησα την πρωτεύουσα του κόσμου, την Ρώμη, και όλα τα πλούτη που είχα εκεί. Ήλθα εδώ και ζω φτωχός κοντά Σου. Τί δώρο θέλεις να σου κάνω; Τί έχω πια Χριστέ μου, να σου δώσω;
-Κάτι έχεις ακόμη. Και θέλω να μου το δώσεις.
-Χριστέ μου, είχα σοφία. Μόρφωση απέραντη. Την είχα αποκτήσει με τις μελέτες μου. Μα και αυτή την έκανα θυσία μπροστά Σου. Την θεώρησα σκόνη και στάχτη.
-Τώρα πια, ασχολούμαι μόνο με τον λόγο Σου. Τί άλλο να σου δώσω;
-Κάτι έχεις ακόμη, Ιερώνυμε. Θέλω να μου δώσεις και από αυτό.
-Χριστέ μου, είχα δυνάμεις σώματος και έχω δυνάμεις πνεύματος. Τα άφησα όλα στα πόδια Σου. Δεν θυμάμαι να έχω τίποτε άλλο να Σου δώσω.
-Και όμως, κάτι έχεις ακόμη.
-Ποιό Χριστέ μου, πες το μου. Και αμέσως θα Σου το προσφέρω.
Του λέει ο Χριστός:
-Τις αμαρτίες σου! Αυτές θέλω να μου τις δώσεις!
-Χριστέ μου, τί να τις κάνεις τις αμαρτίες μου, το βόθρο της ψυχής μου; Τί τον θέλεις;
-Να τον πάρω εγώ. Να φύγει από εσένα. Να σου τον συγχωρήσω. Και να μείνεις εσύ καθαρός, με την χάρη μου και με την αγάπη που έχεις για μένα.
* * *
Γι’ αυτό ήλθε ο Χριστός στον κόσμο.
Μας άπλωσε το χέρι, για να απλώσουμε και εμείς το δικό μας, και να Του βάλουμε στο χέρι τις αμαρτίες μας. Όχι με το χέρι μας, αλλά ΜΕ την καρδιά μας. Και ΑΠΟ την καρδιά μας.
Ήλθε λυτρωτής. Ελευθερωτής από την δουλεία της αμαρτίας και από τον κίνδυνο να βρεθούμε – εξ αιτίας του χωρισμού που φέρνει στον άνθρωπο η αμαρτία μακρυά από τον Θεό.
Μακρυά από την Βασιλεία Του. Μακρυά από την αιώνια ζωή. Μακρυά και έξω από τον Παράδεισο. Να βρεθούμε στον σκουπιδοτενεκέ της αιώνιας ζωής, που είναι η Κόλαση.
Για να μη καταντήσουμε εκεί – γιατί εκεί πηγαίναμε με τα στραβά βήματά μας – ήλθε ο Χριστός, ο Ελεήμων και Εύσπλαγχνος, κοντά μας.
Άφησε την τιμή Του, την υπόληψή Του, το μεγαλείο Του και ταπεινώθηκε και ήλθε στη γη, για μας. Για να μας πάρει κοντά Του.
Γιατί ο Θεός μας, είναι αγάπη, καλωσύνη, ευσπλαγχνία. Δεν θέλει να χαθεί κανένας. Όποιος χάνεται, χάνεται μόνο από δική του υπαιτιότητα.
Ας Τον δοξολογήσουμε. Ας Τον ευχαριστήσουμε. Ας Τον προσκυνήσουμε. Ας Τον τιμήσουμε. Και ας Του πούμε:
Κύριε Ιησού Χριστέ,
όπως αξίωσες τους αποστόλους Σου να είναι κοντά Σου,
όπως αξίωσες τον ληστή πάνω στο Σταυρό, να μπει μαζί Σου στην Βασιλεία Σου,
όπως αξίωσες τόσα εκατομμύρια παιδιών Σου να τους πάρεις κοντά Σου και να τους ελεήσεις, αξίωσε και εμάς της αγάπης Σου, της ευσπλαγχνίας Σου, της συγχωρήσεώς Σου. Και κράτα μας κοντά Σου. Αμήν.
Έρχεται…
Ἔρχεται καί πάλι στή Βηθλεέμ τῶν καρδιῶν τῶν ἀγαπημένων ἀνθρώπων καί ζητάει τόπο νά γεννηθεῖ, νά μπεῖ στή ζωή μας, κι ἄς ἔχει καταντήσει ἕνας δυσώδης στάβλος ἐλλόγων.
Ἡ γῆ μας σήμερα ἔχει γίνει ἕνα ἀπέραντο «σπήλαιο ληστῶν» –στήν κυριολεξία καί στή μεταφορά – κι ὁ καθένας μας, ἄν θέλει ν ̓ἀνοίξει τά μέσα μάτια, θά δεῖ τόν ἑαυτό του γεμάτο ἀπό πληγές, σάν ἐκεῖνες πού εἶχε ὁ ὁδοιπόρος πού συνάντησε ὁ καλός Σαμαρείτης.
Οἱ κάτοικοι τοῦ πλανήτη μας καταπληγωμένοι ἀπό τίς δικές μας καί τίς ξένες ἁμαρτίες. Ἴσως ποτέ ἄλλοτε δέν χύθηκε τόσο παράλογα τόσο ἀνθρώπινο αἷμα. Ποτέ δέ σφαγιάστηκαν τόσα βρέφη – οἱ ἐλπίδες μας – ἀπό τό μίσος τοῦ ἀνθρωποκτόνου.
Μά, νά πού πάλι ἔρχεται, νήπιο ἀνυπεράσπιστο, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ μέσα στό σκοτάδι μας, «ἅψας φῶς τήν αὑτοῦ σάρκα».
Ἔρχεται καί ζητάει τόπο στίς παγωμένες, ἀπό τά λογῆς εἴδωλα πού σφιχτά κρατᾶμε, καρδιές μας, ὄχι γιά νά ζεσταθεῖ, ἀλλά γιά νά τίς ζεστάνει, νά τίς περιπτυχθεῖ, ὅπως κάθε βρέφος ἁπλώνει τά χεράκια τουσ ̓ ὅποιους σκύβουν ἐπάνω του γιά νά τό σηκώσουν.
Κι ὅποιος σκύβει γιά νά σηκώσει, σηκώνεται καί βλέπει μέ ἄλλο μάτι τόν κόσμο.
Κι ὅταν ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ὑψωθοῦμε μέ ἀγκαλοφορούμενο πάνω στίς στεγνωμένες μας καρδιές Θεό – βρέφος, καθένας, κάθε σπίτι, κάθε μικρή ἤ μεγάλη κοινωνία, ἡ κτίση ὅλη θά ̓χει γαληνέψει, θά̓χει δεῖ τό «φῶς τό ἀληθινό» καί θά λάβει «πνεῦμα ἐπουράνιο», καί ὁ ὕμνος τῶν ἀγγέλων τῆς ἅγιας νύχτας τῆς Γεννήσεως θά εἶναι ὕμνος δοξαστικός καί τῆς δικῆς μας σωτηρίας.
Ἔρχεται! Διαλαλῆστε το ! Ἔρχεται καί ποθεῖ τόν ἐναγκαλισμό μας. Εἶναι δικός μας, γιατί ἦρθε γιά μᾶς…
Τι θα πει να είσαι άνθρωπος της Εκκλησίας;
Άγιος Ιωάννης Κρονστάνδης
~ Να τι θα πει, με απλά λόγια:
Βλέπεις έναν φτωχό που ζητάει ελεημοσύνη; Αναγνώρισε σ’ αυτόν τον αδελφό σου και ελέησέ τον, αντικρίζοντας στο πρόσωπό του τον ίδιο τον Χριστό.
Σε επισκέπτεται ένας άνθρωπος γνωστός ή και άγνωστος; Δέξου τον όπως θα δεχόσουνα τον Κύριο, αν σου χτυπούσε την πόρτα. Αγκάλιασέ τον με την αγάπη σου, φιλοξένησέ τον με χαρά και συζήτησε μαζί του πνευματικά θέματα.
Βλέπεις έναν κληρικό; Αναγνώρισέ τον ως ποιμένα των λογικών προβάτων του Χριστού, που έργο του είναι να αναγεννά πνευματικά και να καθοδηγεί τους ανθρώπους προς την αιωνιότητα. Να πιστεύεις ότι στο πρόσωπό του αναπαύεται η χάρη του Αγίου Πνεύματος, από το οποίο έχει λάβει την εξουσία να διδάσκει, να τελεί τα θεία Μυστήρια και να ποιμαίνει τους χριστιανούς. Την ευλογία του αρχιερέα ή του ιερέα να τη δέχεσαι σαν ευλογία του Χριστού, και με ευπείθεια να τον ακούς όταν διδάσκει και νουθετεί, αλλά και όταν ελέγχει και επιτιμά.
Τα Μυστήρια να τα δέχεσαι από τα χέρια Του σαν από τα χέρια του ίδιου του Χριστού. Τα επιτίμια να τα δέχεσαι όμοια σαν από τον Χριστό. Στο πρόσωπο του αρχιερέα να τιμάς τη μορφή του Μεγάλου Αρχιερέα Χριστού. Μην ξεχνάς ότι μέσω αυτού μεταδίδονται η χάρη της ιεροσύνης και κάθε άλλο ουράνιο χάρισμα. Γι’ αυτό να υποτάσσεσαι στον επίσκοπο όπως στον Κύριο, βλέποντάς τον ως απόστολο και κανονικό διάδοχο της εξουσίας Εκείνου. Έτσι πιστεύει και έτσι πολιτεύεται ο γνήσιος άνθρωπος της Εκκλησίας.
Πρέπει ακόμα να έχεις βαθιά πεποίθηση ότι η Υπεραγία Θεοτόκος, που είναι «μετά Θεόν η Θεός, τα δευτερεία της Τριάδος η έχουσα», ο Τίμιος Πρόδρομος, ο πιο μεγάλος προφήτης που γεννήθηκε ποτέ (βλ. Λουκ. 7:28), οι άγιοι απόστολοι, οι πνευματοφόροι προφήτες, οι θεοφόροι πατέρες, οι μάρτυρες, οι όσιοι, οι δίκαιοι, όλοι οι άγιοι βρίσκονται σε ζωντανή επικοινωνία μ’ εμάς τους χριστιανούς που αγωνίζονται στη γη· είναι οι μεσίτες μας στον Κύριο, οι συμπαραστάτες και βοηθοί μας στα βιοτικά και πνευματικά μας προβλήματα, οι παρηγορητές μας στις δοκιμασίες, οι θεραπευτές μας στις αρρώστιες. Να επικαλείσαι τους αγίους σαν να είναι ζωντανοί δίπλα σου, σαν να ζουν μαζί σου κάτω από την ίδια στέγη. Να συζητάς μαζί τους όπως με τα μέλη της οικογένειάς σου. Έτσι κάνει ο άνθρωπος της εκκλησίας.
Να επιθυμείς φλογερά τη σύντομη εγκατάστασή σου στη βασιλεία των ουρανών και την απόλαυση της μακαριότητάς της, όπως το αξιώθηκαν οι άγιοι. Για να το αξιωθείς κι εσύ, «καθάρισε τον εαυτό σου από καθετί που μολύνει το σώμα και την ψυχή, και ζήσε μιαν άγια ζωή με φόβο Θεού» (πρβλ. Β’ Κορ. 7:1). Έτσι θα είσαι πραγματικός άνθρωπος της Εκκλησίας.
Να πιστεύεις ολόψυχα ότι οι κεκοιμημένοι ορθόδοξοι χριστιανοί, τα μέλη της Εκκλησίας που ο Κύριος τα κάλεσε κοντά Του στον ουρανό, έχουν ζωντανή επικοινωνία μ’ εμάς, τα μέλη της Εκκλησίας που ζούμε ακόμα στη γη. Οι προσευχές μας γι’ αυτούς, αλλά κυρίως οι προσευχές των λειτουργών στο πανάγιο Θυσιαστήριο, εισακούονται από τον Θεό, όπως και οι προσευχές εκείνων για μας. Αν έτσι πιστεύεις, τότε είσαι άνθρωπος της Εκκλησίας.
Αν πιστεύεις όπως και ό,τι πιστεύει η Εκκλησία, που είναι «ο στύλος και το θεμέλιο της αλήθειας» (Α’ Τιμ. 3:15), αν συμμετέχεις στις λατρευτικές και αγιαστικές της συνάξεις, αν τηρείς τις νηστείες που αυτή έχει θεσπίσει, αν προσέρχεσαι συχνά και με πίστη στα ζωοποιά ιερά Μυστήρια, τότε είσαι άνθρωπος της Εκκλησίας.
Να τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος της Εκκλησίας: Να ζεις όπως ζει η Εκκλησία και να πολιτεύεσαι σαν πολίτης του ουρανού.
Κυριακὴ πρὸ τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως «Αὐτός γάρ σώσει τόν λαόν αὐτοῦ ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν αὐτοῦ».
Κυριακή πρό τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως, Κυριακή πρίν ἀπό τό χαρμόσυνο γεγονός τῆς ἐλεύσεως στόν κόσμο τοῦ Μεσσίου καί Λυτρωτοῦ του, καί ὁ ἱερός εὐαγγελιστής Ματθαῖος περιγράφει ὅλη τήν ἁλυσίδα τῶν ἀνθρώπων ἀπό τόν Ἀδάμ μέχρι τόν Ἰωσήφ πού περίμεναν τή γέννησή του.
Περιγράφει ὅλη αὐτή τήν ἁλυσίδα ἡ ὁποία συνέδεε τόν παλαιό Ἀδάμ μέ τόν νέο, τό πλάσμα μέ τόν Δημιουργό του, αὐτόν πού ἐξέπεσε διά τῆς παρακοῆς καί αὐτόν πού θά τόν ἐπανέφερε ἐκεῖ ἀπό ὅπου ἐξέπεσε, τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ πού θά ἀποκαταστοῦσε τόν πεπτωκότα Ἀδάμ στή θέση τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καί κληρονόμου τῆς βασιλείας του.
Καί δέν περιορίζεται μόνο σ᾽ αὐτήν ἀλλά περιγράφει μέ σαφήνεια τήν κατά τούς προφῆτες ἀποστολή τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο. Δέν ἔρχεται ὁ Χριστός, ὅπως περίμεναν κάποιοι, γιά νά ἀναλάβει κοσμική ἐξουσία. Δέν ἔρχεται γιά νά ἐλευθερώσει τούς Ἰουδαίους ἀπό τήν κυριαρχία τῶν Ρωμαίων. Ἀποστολή του εἶναι ἡ ἐκπλήρωση τοῦ σχεδίου τῆς θείας οἰκονομίας καί ὄχι ἡ ἐξυπηρέτηση τῶν ἐθνικῶν συμφερόντων ἤ τῶν προσδοκιῶν ἑνός καί μόνο λαοῦ, ἔστω καί ἄν αὐτός εἶναι ὁ ἠγαπημένος του.
Ὁ Χριστός ἔρχεται ὡς ἄνθρωπος στή γῆ γιά νά σώσει «τόν λαόν αὐτοῦ ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν αὐτοῦ». Καί λαός αὐτοῦ εἶναι ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος. Εἶναι ὅλοι ἐκεῖνοι πού θά θελήσουν νά τόν δεχθοῦν ὡς σωτήρα καί λυτρωτή τους καί νά ἀπολαύσουν τή λύτρωση ἀπό τίς ἁμαρτίες πού τούς προσφέρει.
Ἡ σωτηρία ὅμως δέν εἶναι ὑποχρεωτική· δέν εἶναι ἐκβιαστική. Χαρίζεται ἀπό τόν Χριστό στόν κάθε ἄνθρωπο, ἀρκεῖ ὁ ἄνθρωπος νά τοποθετηθεῖ θετικά ἀπέναντί του. Γι᾽ αὐτό καί ἡ στάση τῶν ἀνθρώπων ἔναντι τοῦ Χριστοῦ ποικίλλει, ὄχι μόνο τότε ἀλλά καί σήμερα.
Ἄλλοι ἀκολουθοῦν τούς ποιμένες πού μέ ἁπλότητα καί ἀφελότητα ψυχῆς δέχονται τό σωτήριο μήνυμα τοῦ Θεανθρώπου. Εἶναι ἐκεῖνοι πού ἔχουν καθαρά τά μάτια τῆς ψυχῆς τους καί μποροῦν νά διακρίνουν τό συντελούμενο θαῦμα. Εἶναι ἐκεῖνοι πού ἔχουν ἀνοικτά τά αὐτιά τους καί δέν ἐπηρεάζονται ἀπό τούς θορύβους καί τίς κραυγές τοῦ κόσμουμ ὥστε μποροῦν νά ἀκούσουν τό ὕμνο τῶν ἀγγέλων πού ἀναγγέλουν τό χαρμόσυνο γεγονός.
Ἄλλοι πάλι ἀκολουθοῦν τούς μάγους, οἱ ὁποῖοι μέσα ἀπό τή μελέτη τῆς ἐπιστήμης τους καί τή σπουδή τοῦ κόσμου ἀνακαλύπτουν τόν Μεσσία Χριστό. Εἶναι ἐκεῖνοι στούς ὁποίους, χάρη στήν ἀγαθή καί ἀπροκατάληπτη διάθεσή τους, ὁ Χριστός ἀποκαλύπτει τό φῶς του.
Εἶναι ἐκεῖνοι πού τολμοῦν νά ὑποβληθοῦν στόν κόπο μιᾶς μακρᾶς ἀναζητήσεως γιά νά τόν βροῦν. Εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι καί ὅταν ἀκόμη χάνουν πρόσκαιρα τό φῶς πού τούς ὁδηγεῖ, δέν ἀπελπίζονται καί δέν ἀπογοητεύονται, ἀλλά ἐπιμένουν. Εἶναι ἐκεῖνοι πού καταθέτουν στά πόδια του μέ εὐγνωμοσύνη καί σεβασμό τά δῶρα τῆς ψυχῆς τους.
Ἄλλοι πάλι ἀκολουθοῦν, ἀδελφοί μου, δυστυχῶς τόν δρόμο τοῦ Ἡρώδη. Ἀντιμετωπίζουν τόν Χριστό ἀνταγωνιστικά καί ἐχθρικά. Πιστεύουν ὅτι δέν ἦρθε γιά νά τούς λυτρώσει ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας, ἀλλά δῆθεν γιά νά τούς δεσμεύσει στούς δικούς κανόνες καί νόμους.
Πιστεύουν ὅτι δέν ἔχουν καμία ἀνάγκη ἀπό τήν παρουσία του στή ζωή τους καί προσπαθοῦν μέ κάθε τρόπο νά τόν ἐξαφανίσουν ἀπό αὐτήν καί ἄν εἶναι δυνατόν καί ἀπό τόν κόσμο. Καί ἔτσι ὄχι μόνο οἱ ἴδιοι χάνουν τήν εὐκαιρία τῆς σωτηρίας καί τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπό τήν ἁμαρτία, ἀλλά δυστυχῶς παρασύρουν καί ἄλλους στόν ἀδιέξοδο δρόμο πού ἐπιλέγουν.
Ὅμως, ἀδελφοί μου, ὁ κάθε ἕνας ἀπό ἐμᾶς εἶναι ἐλεύθερος νά κρατήσει ἀπέναντι στόν Χριστό τή στάση πού ἐπιθυμεῖ. Εἶναι ἐλεύθερος νά ἐπιλέξει τή σωτηρία ἤ νά μείνει μακριά ἀπό τήν ἀγάπη Ἐκείνου πού ἦρθε στόν κόσμο ὡς ταπεινό βρέφος γιά νά «σώσει τόν λαόν αὐτοῦ ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν αὐτοῦ».
Οἱ ἡμέρες αὐτές πού μᾶς προετοιμάζουν καί μᾶς ὁδηγοῦν στή μεγάλη ἑορτή τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως, μᾶς προσφέρουν τήν εὐκαιρία νά ἐλέγξουμε καί πάλι μέ εἰλικρίνεια τή στάση μας ἀπέναντι στόν Χριστό. Νά ἐλέγξουμε κατά πόσον δεχόμαστε καί ἀξιοποιοῦμε τή σωτηρία πού μᾶς χαρίζει. Κατά πόσον τόν ἀναζητοῦμε μέ πόθο καί τόν πλησιάζουμε μέ ἀγάπη, ὅπως οἱ ποιμένες καί ὅπως οἱ μάγοι, ἤ μοιάζουμε περισσότερο στόν Ἡρώδη.
Ἄς ἐλέγξουμε τόν ἑαυτό μας καί ἄς διορθώσουμε, ὅσο ἔχουμε καιρό, τή στάση μας, γιά νά ἀπολαύσουμε καί ἐμεῖς τή σωτηρία πού μᾶς προσφέρει ὁ Χριστός. Ἀμήν.
Άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης – Εορτάζει στις 20 Δεκεμβρίου
Πολλές από τις θαυματουργικές θεραπείες του Αγίου Ιωάννη της Κρονστάνδης(1829-1908), του σύγχρονου κοσμαγάπητου αγίου του ρωσικού βορρά, έγιναν με τη θεία μετάληψη. Η ιαματική του δύναμη εκδηλωνόταν κυρίως την ώρα της μεταδόσεως των αχράντων Μυστηρίων.
Με τη βαθειά πίστη που ενέπνεε,οι ασθενείς κοινωνούσαν πραγματικά «εις ίασιν ψυχής τε και σώματος».
Ο ιερέας Βασίλειος Σούστιν διηγείται πως, όταν ήταν πολύ νέος ακόμα, ο πατέρας του αρρώστησε βαριά από φυματίωση του λάρυγγα…
Ο καθηγητής Σιμανόφσκυ δήλωσε πως ο ασθενής έχει ζωή μόνο για δέκα μέρες.
Ο π. Ιωάννης βρισκόταν τότε στην Κρονστάνδη. Του έστειλαν τηλεγράφημα. Σε πέντε μέρες έφτασε. – Γιατί δεν με πληροφορήσατε πως αρρώστησε τόσο βαριά; Θα έφερνα μαζί μου τη θεία Κοινωνία. Και, γυρίζοντας στον άρρωστο, ρώτησε: «Πιστεύεις πως με τη δύναμη του Χριστού μπορώ να σε βοηθήσω;».
Εκείνος έγνεψε καταφατικά. Τότε ο άνθρωπος του Θεού φύσηξε στο στόμα του τρεις φορές σε σχήμα σταυρού. Ύστερα χτύπησε με το χέρι το τραπεζάκι που είχε τα γιατρικά και είπε: «Πετάξτε τα αυτά. Είναι άχρηστα. Έλα όμως στην Κρονστάνδη να σε κοινωνήσω τα άχραντα Μυστήρια. Θα σε περιμένω…».
Όταν το έμαθε ο γιατρός, είπε πως ο άρρωστος θα πέθαινε στο δρόμο. Εκείνος όμως πήγε τελικά στην Κρονστάνδη, όπου ο άγιος τον κοινώνησε. Παρέμεινε εκεί δυό μέρες. Όλες οι πληγές του έκλεισαν και μόνο η φωνή του ήταν ακόμη αδύνατη.
Όταν γύρισε στο σπίτι, ο γιατρός απόρησε.
– Αυτό, δήλωσε μπροστά σε όλους, είναι πρωτοφανές. Είναι ένα ολοφάνερο θαύμα!
Ο «ετοιμοθάνατος» πατέρας έζησε ακόμα 25 χρόνια!
Σε παλιές βιογραφίες του αγίου αναφέρεται και η ακόλουθη περίπτωση θεραπείας μιας ηλικιωμένης γυναίκας, μετά από τη θεία μετάληψη.
«Να κοινωνήσετε, συνιστούσε ο π. Ιωάννης, και ο Κύριος θα σας κάνει καλά. – Είμαι πολύ ηλικιωμένη, έλεγε η άρρωστη, και γι’ αυτό δεν θα μπορέσω να γιατρευτώ… – Δεν είναι δική μας δουλειά να γνωρίζουμε τους καιρούς και τις προθεσμίες του Θεού, απάντησε εκείνος.
– Κοινώνησε στο παρελθόν, συμπλήρωσαν οι συγγενείς της…
Οι πρώτοι χριστιανοί, δήλωσε τότε ο άγιος, κοινωνούσαν καθημερινά, κι εσείς δεν θέλετε να την κοινωνήσετε τώρα, που έχει τόση ανάγκη;
Τελικά η άρρωστη κοινώνησε και πολύ σύντομα γιατρεύτηκε».
Χαρακτηριστική είναι και η θαυμαστή θεραπεία της πριγκίπισσας Ζ.Ν. Γιουσούποβα, που έπαθε μόλυνση του αίματος ύστερα από ένα πρόωρο τοκετό.
Την επισκέφθηκε ο άγιος, όπως διηγείται η ίδια, κάθησε στο κρεβάτι της και της είπε: «Αν θα ζήσετε ή όχι, είναι υπόθεση του Θεού. Εσείς όμως πρέπει να προετοιμασθείτε για μια νέα ζωή με τη μετάληψη των αχράντων Μυστηρίων.
– Εγώ, πάτερ, ετοιμάζομαι για να κοινωνήσω πριν το Πάσχα… – Αν και το Πάσχα είναι κοντά, επέμεινε τότε εκείνος, δεν πρέπει να αναβάλετε. Είμαι έτοιμος να φέρω αμέσως τα τίμια Δώρα. Στην επιμονή του δέχτηκε, κι αφού κοινώνησε με συναίσθηση και χαρά, κοιμήθηκε για έξι ώρες… Όταν ξύπνησε, ήταν εντελώς υγιής!».
Ο καθηγητής Μπότκιν, που την παρακολουθούσε, βλέποντας τέτοια αλλαγή, έμεινε για πολλή ώρα σιωπηλός. Δυο δάκρυα κύλησαν στο πρόσωπό του. Ύστερα ψιθύρισε σκεφτικός:
– Δεν κατορθώσαμε εμείς οι άνθρωποι τη θεραπεία αυτή.
Ο ίδιος ο άγιος διηγείται και τα ακόλουθα παρόμοια γεγονότα:
«Ένας άρρωστος έπασχε από θανάσιμο έλκος στομάχου.Υπέφερε για εννιά μέρες, χωρίς την παραμικρή ανακούφιση από τους γιατρούς. Προσευχήθηκα θερμά γι’ αυτόν λέγοντας: Κύριε, είσαι η ζωή μας! Όσο εύκολα μπορώ εγώ να σκεφτώ τη θεραπεία, τόσο εύκολα μπορείς Εσύ να τη χαρίσεις.
Γιάτρεψε λοιπόν το δούλο σου Βασίλειο από τη φοβερή του πάθηση.
Ύστερα τον κοινώνησα, αλλά κι εκείνος δέχτηκε τη θεία Μετάληψη με σταθερή πίστη.Το απόγευμα της ίδιας ημέρας έγινε καλά, και το βράδυ σηκώθηκε από το κρεβάτι. Ο Δεσπότης Χριστός τον είχε ελεήσει και του είχε χαρίσει την υγεία… Εκπλήσσομαι με τη ζωογόνο δύναμη των άχραντων Μυστηρίων!».
– Μια γριούλα πάλι είχε αιμοπτύσεις. Ήταν πολύ αδύνατη και δεν έτρωγε σχεδόν τίποτα. Μόλις όμως την κοινώνησα, άρχισε να συνέρχεται. Κάποια κοπέλα είχε φτάσει στα πρόθυρα του θανάτου… Τη θεράπευσε κι αυτή η θεία Μετάληψη. Δόξα στα ζωοποιά Σου Μυστήρια, Κύριε!
Δεν παραλείπει, τέλος, ο ζηλωτής των αχράντων Μυστηρίων να διακηρύσσει τη θαυματουργική τους δύναμη με την ακόλουθη προτροπή:
«Να προσκαλείτε στο σπίτι σας τον ιερέα με το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Να πιστεύετε, όπως πίστευε ο Ιάειρος, ότι θα εκπληρωθούν οι επιθυμίες σας. Στην ιερατική μου διακονία έχω πολλά παραδείγματα ασθενών, που σύντομα έγιναν καλά με τη βαθειά πίστη, τη μετάνοια και τη θεία Κοινωνία».
«…Καὶ ἐκάλεσε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν» (Ματθ. 1,25)
Τὸ εὐαγγέλιο ποὺ ἀκούσαμε σήμερα, ἀγαπητοί μου, διαφέρει ἀπὸ τὰ εὐαγγέλια ὅλου τοῦ χρόνου.
Ὅπως εἴδατε, ἔχει πολλὰ ὀνόματα.
Τὰ ὀνόματα εἶνε ἑβραϊκά, ὀνόματα ἀνδρῶν γυναικῶν παιδιῶν, ἀνθρώπων ποὺ ἔζησαν στὰ παλιὰ τὰ χρόνια, προτοῦ νὰ ἔρθῃ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς στὸν κόσμο.
Ὅλοι αὐτοὶ οἱ πρὸ Χριστοῦ ἔζησαν μὲ μιὰ ἐλπίδα· ὅτι θὰ ἔρθῃ ὁ Χριστὸς στὴ γῆ νὰ σώσῃ τὸν κόσμο.
Ἄλλοι ἀπ᾿ αὐτοὺς ἦταν βοσκοὶ ποὺ ἔβοσκαν τὰ πρόβατα στὰ λιβάδια καὶ ἔπαιζαν τὴ φλογέρα,
ἄλλοι ἦταν γεωργοὶ ποὺ ἔσκαβαν τὴ γῆ, ἄλλοι ἦταν βασιλιᾶδες ἔνδοξοι ποὺ νίκησαν σὲ διαφόρους πολέμους, ἄλλοι ἦταν προφῆτες ποὺ μποροῦσαν νὰ δοῦν τί θὰ συμβῇ ὕστερα ἀπὸ ἑκατὸ – διακόσα χρόνια, κι ἄλλοι ἀπ᾿ αὐτοὺς ἦταν πατριάρχες ὅπως ὁ Ἀβραάμ, ὁ Ἰσαάκ, ὁ Ἰακώβ.
Τί θὰ πῇ πατριάρχης; Ἀκοῦμε «ὁ πατριάρχης Ἀβραάμ»· τί θὰ πῇ πατριάρχης; Τότε, τὰ παλιὰ ἐκεῖνα χρόνια, οἱ οἰκογένειες ἦταν πολυμελεῖς.
Ἂν πᾷς σήμερα σ᾿ ἕνα σπίτι, βλέπεις δύο τρεῖς τέσσερις ἀνθρώπους· στὰ σπίτια ἐκεῖνα τὰ παλιά, τῆς ἀρχαίας ἐποχῆς, ξέρετε πόσοι ἦταν; Διακόσοι τριακόσοι τετρακόσοι πεντακόσοι!…
Γεννοῦσαν παιδιά, καὶ εἶχαν ἐγγόνια καὶ δισέγγονα.
Οἱ γενάρχες λοιπόν, οἱ ἀρχηγοὶ τέτοιων μεγάλων οἰκογενειῶν, ὠνομάζονταν πατριάρχες.
Καὶ μέχρι σήμερα, μιὰ οἰκογένεια ποὺ ἔχει πολλὰ παιδιὰ λέγεται πατριαρχική.
Τέτοιες οἰκογένειες εἶνε σήμερα πολὺ σπάνιες. Μία τέτοια βρῆκα στὴν Πρέσπα. Τώρα ἡ οἰκογένεια ἔχει συνήθως τρία – τέσσερα μέλη, καὶ τελείωσε.
Τότε ὅμως τὰ σπίτια ἦταν γεμᾶτα παιδιὰ ἐγγόνια καὶ δισέγγονα, εὐλογία Θεοῦ.
Ὅπως σ᾿ ἕνα χωριὸ τῆς περιφερείας μας. Εἶχε πεθάνει ἕνας γέροντας ἐνενήντα χρονῶν καὶ πῆγα στὴν κηδεία. Ἡ ἐκκλησία ἦταν γεμάτη ἀπὸ τὴν οἰκογένειά του. Εἶχε δέκα παιδιά, εἰκοσιπέντε – τριάντα ἐγγόνια, καὶ καμμιὰ πενηνταριὰ δισέγγονα. Αὐτὴ εἶνε ἡ πατριαρχικὴ οἰκογένεια, καὶ σπανίζει πλέον.
Ὅλοι αὐτοὶ βέβαια ποὺ ἀκούσαμε τὰ ὀνόματά τους εἶνε σήμερα ἄγνωστοι στοὺς πολλούς.
Ἄλλοι τώρα εἶνε γνωστοὶ στὸν κόσμο.
Ἂν ἀνοίξῃς ἐφημερίδες τηλεοράσεις ῥαδιόφωνα, ἀκοῦς ὀνόματα νομαρχῶν, ὑπουργῶν, πρωθυπουργῶν, μεγάλων καὶ ὑψηλῶν προσώπων.
Ὕστερα ὅμως ἀπὸ λίγα χρόνια ὅλα τὰ ὀνόματα αὐτὰ θὰ σβήσουν.
Σᾶς ἐρωτῶ, μπορεῖτε νὰ μοῦ πῆτε πρὶν ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια ποιός ἦταν ὁ πιὸ πλούσιος στὴν πόλι σας;
Μπορεῖτε νὰ μοῦ πῆτε ποιός κυβερνοῦσε τὴ χώρα;
Μπορεῖτε νὰ μοῦ πῆτε ποιός ἦταν ὁ δεσπότης σας;
Μπορεῖτε νὰ μοῦ πῆτε ποιά ἦταν ἡ πιὸ ὡραία γυναίκα καὶ ποιός ἦταν ὁ πιὸ λεβέντης νέος ποὺ τοὺς θαύμαζε ὁ κόσμος;
Κανείς δὲν θυμᾶται.
Μόνο τὰ κόκκαλά τους μείνανε, κι αὐτὰ σὲ λίγο θὰ λειώσουν. «Ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης» (Ἐκκλ. 1,2).
Λησμονοῦνται λοιπὸν οἱ ἄνθρωποι, λησμονοῦνται τὰ ὀνόματα.
Ἀλλὰ μέσ᾿ στὰ δισεκατομμύρια ὀνόματα ἕνα δὲν λησμονεῖται. Θὰ περάσουν ἑκατὸ διακόσα τριακόσα χίλια χρόνια, θὰ σβήσῃ ὁ ἥλιος καὶ τὰ ἄστρα, μὰ τὸ ὄνομα αὐτὸ θὰ μείνῃ αἰώνιο καὶ ἀθάνατο.
Εἶνε τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Εἶνε τὸ ὄνομα μὲ τὸ ὁποῖο τελειώνει τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. Ἀφοῦ ἀναφέρει ὅλα τὰ ὀνόματα μικρῶν-μεγάλων, βοσκῶν-γεωργῶν, ἀνδρῶν- γυναικῶν, βασιλέων-προφητῶν, καταλήγει· «…καὶ ἐκάλεσε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν» (Ματθ. 1,25).
*****
Ἰησοῦς! Τί σημαίνει τὸ ὄνομα Ἰησοῦς; Εἶνε ἑβραϊκό.
«Ἰησοῦς» σημαίνει σωτήρ, λυτρωτής, ἐλευθερωτής.
Μᾶς ἔσωσε ὁ Χριστός. Ἀπὸ τί μᾶς ἔσωσε;
Θ᾿ ἀκούσατε νὰ λέῃ κάποιος· Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος μὲ ἔσωσε· ἤμουν χρεωμένος, θὰ πήγαινα φυλακή, κι αὐτὸς πῆγε καὶ πλήρωσε τὸ χρέος μου καὶ τώρα εἶμαι ἐλεύθερος.
Ἄλλος πάλι, ποὺ ἦταν ἄρρωστος, λέει· Αὐτὸς ὁ γιατρὸς μὲ ἔσωσε· ἤμουν γιὰ θάνατο, κι αὐτὸς μοῦ ἔκανε ἐγχείρησι καὶ ζῶ.
Καὶ ἄλλος πάλι λέει· Κινδύνευα νὰ πνιγῶ στὸ ποτάμι, καὶ ὁ τάδε ῥίχτηκε καὶ μ᾿ ἔσωσε.
Αὐτὲς εἶναι μικρὲς σωτηρίες.
Ὁ Χριστὸς ἀπὸ τί μᾶς ἔσωσε;
Ἄχ νὰ μπορούσαμε νὰ τὸ καταλάβουμε!
Μᾶς ἔσωσε ἀπ᾿ τὸν πιὸ μεγάλο κίνδυνο.
Παραπάνω ἀπ᾿ τὸν πνιγμὸ στὸ ποτάμι, παραπάνω ἀπ᾿ τὸ ναυάγιο στὴ θάλασσα, παραπάνω ἀπὸ τὴν πυρκαγιά, παραπάνω ἀπὸ τὴν πλημμύρα, παραπάνω ἀπ᾿ τ᾿ ἀστροπελέκια, παραπάνω ἀπ᾿ τὸ σεισμό, παραπάνω ἀπὸ ἀσθένειες, παραπάνω ἀπὸ κάθε ἄλλο κακό, τὸ πιὸ φοβερὸ εἶνε κάτι ποὺ δὲν τὸ ὑπολογίζουμε· γελᾶμε ἅμα τ᾿ ἀκούσουμε.
Ποιό εἶνε τὸ φοβερώτερο κακὸ ἀπ᾿ ὅλα; Ἡ ἁμαρτία.
Ἡ ἁμαρτία ἔχει πολλὰ ὀνόματα· εἴτε λέγεται ἀδικία καὶ κλεψιά, εἴτε λέγεται ψευδομαρτυρία (πᾷς στὸ δικαστήριο καὶ ξαπλώνεις τὸ χέρι σου στὸ Εὐαγγέλιο), εἴτε λέγεται πορνεία καὶ μοιχεία, εἴτε λέγεται φθόνος καὶ κακία καὶ μῖσος, εἴτε λέγεται ὑπερηφάνεια καὶ ἀλαζονεία, κ.τ.λ., ἡ ἁμαρτία εἶνε τὸ φοβερώτερο κακό.
Εἶνε θηρίο ἑπτακέφαλο σὰν ἐκεῖνο ποὺ εἶδε ὁ Ἰωάννης στὴν Ἀποκάλυψι.
Ἔχει ἕνα σῶμα καὶ ἕνα στομάχι, ἀλλὰ ἑπτὰ κεφάλια· ὅποιο κεφάλι κι ἂν σὲ φάῃ, στὸ ἴδιο στομάχι θὰ πᾷς.
Ἀπὸ τὴν ἁμαρτία λοιπὸν μᾶς ἔσωσε ὁ Χριστός.
Καὶ γι᾿ αὐτὸ ὀνομάζεται σωτήρας· διότι ἔσωσε τὸν κόσμο.
Τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ εἶνε δύναμις.
Μέγα ὄνομα.
Ἂν δὲν μπορῇς νὰ κάνῃς πολλὲς προσευχές, ἀρκεῖ νὰ ἐπικαλεσθῇς τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ.
Γονάτιζε κάθε βράδυ, προτοῦ νὰ κοιμηθῇς· προτοῦ νὰ σᾶς πάρῃ ὁ ὕπνος, γονεῖς καὶ παιδιὰ γονατίστε κάτω ἀπ᾿ τὶς εἰκόνες καὶ πέστε δυὸ λέξεις· «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλό».
Ἂν πῇς μὲ τὴν καρδιά σου τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ…», τὸ ὄνομα αὐτὸ κατεβάζει τὰ ἄστρα ἀπὸ τὸν οὐρανό.
Τὸ εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός·
Στὸ ὄνομά μου θὰ βγάζετε δαιμόνια, στὸ ὄνομά μου θὰ θεραπεύετε ἀρρώστιες, στὸ ὄνομά μου θὰ ἀνασταίνετε νεκρούς, στὸ ὄνομά μου θὰ μετακινῆτε βουνά.
Ἔχει δύναμι τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἀρκεῖ νὰ τὸ ἀναφέρουμε μὲ εὐλάβεια καὶ μὲ πίστι.
Γι᾿ αὐτὸ νὰ μὴ φοβᾶται ὁ Χριστιανὸς τίποτα.
Ἦρθε στὴ μητρόπολι μιὰ γυναίκα ἀπὸ ἕνα χωριὸ καὶ ἔτρεμε.
–Τί ἔχεις;
–Φοβᾶμαι.
–Τί φοβᾶσαι;
–Νά, ἐκεῖ στὴ γειτονιὰ μιὰ κακιὰ γυναίκα μοῦ ἔρριξε μάγια στὴν αὐλή. Κ᾿ ἐγὼ τώρα τρέμω μὴ μοῦ συμβῇ κανένα κακό, στὸν ἄντρα μου, στὰ παιδιά μου.
Λέω·
–Πιστεύεις στὸ Χριστό;
–Πιστεύω.
–Ποιός εἶνε πιὸ δυνατός, τὴ ρωτῶ, ὁ σατανᾶς ἢ ὁ Χριστός;
–Ὁ Χριστός.
–Ἔ, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς εἶνε πιὸ δυνατός, μὴ φοβᾶσαι. Κάνε τὸ σταυρό σου καὶ τὴν προσευχή σου, κι ὅπως ὁ λαγὸς φοβᾶται τὴ βροντή, ἔτσι καὶ ὁ διάβολος φοβᾶται τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ. Ὅταν πιστεύῃς, ὅλοι οἱ μάγοι κι ὅλοι οἱ διαβόλοι νὰ μαζευτοῦνε, δὲν μποροῦν νὰ σοῦ κάνουν τίποτε ἀπολύτως.
Τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ εἶνε τὸ πιὸ γλυκύ, εἶνε τὸ ὄνομα ποὺ πρέπει ν᾿ ἀγαποῦμε περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο.
Στὸ Παρίσι ἕνας ἄρρωστος μπῆκε στὸ νοσοκομεῖο. Εἶχε –Θεὸς φυλάξοι– καρκίνο, αὐτὴ τὴν ἀρρώστια ποὺ σαρώνει τὸν κόσμο σὰν τιμωρία ἀπὸ τὸ Θεό (τὸ λένε τὰ βιβλία, ὅτι θά ᾿ρθῇ μιὰ ἀρρώστια ποὺ θὰ σαρώνῃ τὸν κόσμο).
Ὁ καρκίνος πιάνει σὲ ὅλα τὰ μέλη τοῦ σώματος· ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς εἶχε καρκίνο στὴ γλῶσσα. Ὁ γιατρὸς τοῦ εἶπε, ὅτι ἦταν ἐπιβεβλημένο νὰ τοῦ κόψουν τὴ γλῶσσα. Μετὰ τὴν ἐπέμβασι, τοῦ εἶπε, δὲν θὰ μπορῇς νὰ μιλᾷς πλέον καθόλου· θὰ εἶσαι ἀμίλητος. Πὲς λοιπόν, ποιά λέξι θέλεις νὰ εἶνε ἡ τελευταία ποὺ θὰ προφέρῃς;… Περίμεναν ὅλοι ν᾿ ἀκούσουν τί θὰ πῇ. Μάνα μου, εἶπε; πατέρα μου, εἶπε; παιδί μου, εἶπε;
Τί εἶπε·
Χριστέ μου, ἐλέησέ με! Μακάρι, ὅταν πλησιάζῃ ἡ τελευταία ὥρα μας, νὰ μᾶς δώσῃ ὁ Θεὸς τὴ δύναμι νὰ ποῦμε κ᾿ ἐμεῖς μὲ πίστι· «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42).
*****
Τ᾿ ἀγαποῦμε, ἀδελφοί μου, ἐμεῖς τὸ ὄνομα αὐτό;
Ἀγαποῦμε τὸ παιδάκι μας, τὸν ἄντρα μας, ἄλλα πρόσωπα· τὸ Χριστὸ δὲν τὸν ἀγαποῦμε. Ἢ τὸν ἀγαποῦμε λίγο, ψυχρά. Δὲν μᾶς συγκινεῖ τὸ ὄνομά του. Κι ὄχι μόνο δὲν τὸ τιμοῦμε, ἀλλὰ καὶ τὸ βλαστημοῦμε.
Μέσα στὴν ἐκκλησία ψάλλουμε «Δόξα σοι, ὁ Θεός»· καὶ μόλις βγοῦμε ἔξω, ὅπου νὰ σταθῇς, σὲ δρόμους σὲ λεωφορεῖα σὲ σιδηροδρόμους σὲ καφενεῖα σὲ ταβέρνες σὲ νυχτερινὰ κέντρα, παντοῦ, ἀκοῦς νὰ βλαστημοῦν τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μας.
Ὄχι ἔτσι! Εἴπαμε ὅτι ὅλα τὰ ὀνόματα θὰ σβήσουν, θὰ ξεχαστοῦν· μετὰ ἑκατὸ χρόνια κανείς δὲν θὰ τὰ θυμᾶται.
Ἀλλὰ ἕνα ὄνομα θὰ μείνῃ αἰώνιο· τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Αὐτὸ τὸ ὄνομα νὰ τιμοῦμε μὲ τὰ λόγια καὶ μὲ τὰ ἔργα μας, γιὰ νὰ ἔχουμε τὴν εὐλογία τοῦ οὐρανοῦ· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
19/12/20
Ίσως στα μάτια των νέων να λάμπει η φωτιά, όμως στα μάτια των ηλικιωμένων λάμπει το φως!
Τα γηρατειά.
Ο Γάλλος συγγραφέας Βίκτωρ Ουγκώ γράφει σε ένα ποίημά του: “Ο γέρος που βαθμιαία επιστρέφει στην αρχέγονη πηγή της ζωής εγκαταλείπει τον προσωρινό χρόνο και βαδίζει προς την αιωνιότητα. Ίσως στα μάτια των νέων να λάμπει η φωτιά, όμως στα μάτια των ηλικιωμένων λάμπει το φως”.
Κι αυτό δεν συμβαίνει μηχανικά, δεν είναι κάτι που συμβαίνει οπωσδήποτε, ή όποιος κι αν είσαι. Είναι κάτι που μπορεί να καλλιεργηθεί, να καλλιεργηθεί μέσα από μια δημιουργική προσέγγιση προς αυτό που συμβαίνει.
Το πρώτο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο ηλικιωμένος είναι, βέβαια, η μείωση της φυσικής δύναμης. Αλλά αυτό αντιμετωπίζεται -υπό τον όρο ότι το ηλικιωμένο άτομο δεν απορρίπτεται, δεν παραγκωνίζεται, δεν στέλνεται στο γηροκομείο επειδή δεν χωρά στην οικογένεια των νεότερων. Μια τέτοια προσέγγιση είναι πολύ τραγική. Από τη μια, στερεί το ηλικιωμενό άτομο από τη φυσική ζεστασιά, την αγάπη, τη συνεργασία, τις πραγματικές ανησυχίες που θα μπορούσε να έχει, αλλά και από τη δυνατότητα να μοιραστεί τη σοφία που απέκτησε κατά τη μακρά διάρκεια της ζωής του. Από την άλλη, στερεί και τους νεότερους από μια χρήσιμη εμπειρία που θα μπορούσε να τους έδινε η παρουσία του ηλικιωμένου. …
Υπάρχει κι άλλη μια πλευρά σ’ αυτό το πρόβλημα. Πολύ συχνά οι ηλικιωμένοι εξαρτώνται από τους άλλους και αισθάνονται μειωμένοι. Αυτό τους πονά και τους καταθλίβει:
“Εγώ δεν εξαρτιόμουν από κανέναν, έκανα τα πάντα μόνος και τώρα εξαρτιέμαι όλο και περισσότερο από τους άλλους. Χρειάζομαι βοήθεια, στήριξη, προστασία. Τι φρίκη!”.
Όχι, δεν είναι φρίκη! Έχεις προσφέρει στους άλλους, ίσως αυτό που επιθυμούσαν όλη τους τη ζωή. Τους έδωσες αγάπη και τώρα, όσο λιγότερες δυνάμεις έχεις, όσο πιο ανυπεράσπιστος είσαι, τόσο περισσότερο μπορείς να προσφέρεις σ’ αυτούς που σε αγαπούν την ευκαιρία να εκφράσουν την αγάπη τους.
Και πρέπει να μάθεις να δέχεσαι αυτή την αγάπη όχι με δυσαρέσκεια, όχι όπως ο επαίτης δέχεται το χέρι βοηθείας ευχόμενος να μην είχε την ανάγκη. Όχι! Αλλά να τη δέχεσαι ως δώρο, ως δώρο αγάπης που σε ενώνει με αυτούς που σου την προσφέρουν!
Κι αν μάθεις να δέχεσαι αυτό το δώρο της αγάπης και του ενδιαφέροντος με ευγνωμοσύνη, με ανοιχτή καρδιά, ανοιχτή αγκαλιά, τότε οι άλλοι θα νιώσουν την ανταμοιβή για την προσφορά τους.
Μπορείς να γίνεις η αιτία να ξανοιχτεί ο άλλος, να καταλάβει τί σημαίνει αγάπη, τι σημαίνει να ξεχνά τον εαυτό του, να κοιτά τον άλλον και να βλέπει όπως είναι, να του δίνει αυτό που χρειάζεται, κυρίως αγάπη, ενδιαφέρον, τρυφερότητα, κατανόηση και -όταν χρειάζεται- βοήθεια στο φυσικό επίπεδο. Να καταλάβει ότι η αποδοχή της βοήθειας δεν είναι υποτίμηση, αλλά δώρο αγάπης, μπορεί να έχει ιερή ποιότητα.
Η ΓΙΑΓΙΑ ΜΟΥ ΕΛΕΓΕ...
Η αγάπη των παππούδων και των γιαγιάδων είναι άνευ όρων και οι σοφές εκφράσεις τους μοναδικά εφόδια για τη ζωή του καθενός, πολύτιμα μαργαριτάρια σοφίας για να θυμάσαι.
Όταν είσαι μικρός, δεν θες ν’ ακούς τη γιαγιά και τον παππού που σου προσφέρουν με αγάπη κομμάτια γνώσης και εμπειρίας από τη μακρόχρονη ζωή τους – μάλιστα, σχεδόν διαμαρτύρεσαι που σου στερούν χρόνο από το παιχνίδι ή τους φίλους σου. Μόνο όταν μεγαλώσεις, καταλαβαίνεις την αξία που έχουν αυτά τα αληθινά μαργαριτάρια της σοφίας που σου προσφέρονταν απλόχερα.
Να μερικά σοφά λόγια που ξεδιπλώνουν την αγάπη της γιαγιάς.
–Κάνατε μεγάλα σπίτια αλλα μικρότερες οικογένειες…
–Πάτε στο φεγγάρι αλλά δεν πάτε στον γείτονα…
–Κατακτήσατε το διάστημα αλλά καταστρέφετε την γη…
–Έχετε περισσότερες γνώσεις αλλά λιγότερη κρίση…
–Έχετε πολλά υπάρχοντα αλλά λιγότερες αξίες…
–Πλατύτερους δρόμους αλλά και στενότερα μυαλά…
–Έχετε περισσότερες ανέσεις αλλά λιγότερο χρόνο…
–Αγαπάτε σπάνια, ζηλεύετε και μισήτε συχνά…
–Έχετε τις βιτρίνες γεμάτες αλλά τις αποθήκες της ψυχής σας έρημες, άδειες…
–ΔΩΣΑΤΕ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗΝ ΖΩΗ ΣΑΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΖΩΗ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΣΑΣ…
16/12/20
O ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΓΑΠΗ…
Ο μένων εν τη αγάπη, εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ»,
βροντοφωνεί ο απόστολος της αγάπης, Ιωάννης ο Ευαγγελιστής.
Αγάπη: Το κλειδί που ανοίγει όλες τις πόρτες της ανθρώπινης
συμπεριφοράς. Το φάρμακο που γιατρεύει όλες τις αρρώστιες της ψυχής και του
σώματος.Ένας άγιος έλεγε: «Κύριε, κάνε με να βοηθήσω κι
όχι να με βοηθήσουν. Κάνε με να αγαπήσω, κι όχι να με αγαπήσουν. Κάνε με να
κατανοήσω κι όχι να με κατανοήσουν».Η αγάπη, όπως τη δίδαξε ο Κύριος,
όχι παραποιημένη από τους ανθρώπους, είναι έκφραση της θυσίας. Είναι της
καρδιάς καρπός και της προαιρέσεως προσφορά.
Η αγάπη δε φαίνεται από το τι
δίνεις, αλλά από το πώς το δίνεις.
Αγάπη δεν είναι το άπλωμα του
χεριού, αλλά το δόσιμο της καρδιάς. Αν ξέρεις ο ίδιος να μοιράζεσαι, τότε
ξέρεις να αγαπάς: «ιλαρόν γάρ δότην αγαπά ο Θεός», λέγει ο Παύλος.
Ο Θεός αγαπά τον ελεήμονα, που δίνει με προθυμία και
χαρούμενο πρόσωπο, αλλά και με ελεύθερη γνώμη. Ελεημοσύνη, που προσφέρεται «εκ
λύπης ή εξ ανάγκης», είναι απαράδεκτη και απόβλητη.
Η ρίζα της ελεημοσύνης βρίσκεται στην καρδιά. Αρχίζει από
την καρδιά και τελειώνει στο χέρι μας. Η ελεημοσύνη θερμαίνει, όταν υπάρχει η
φωτιά της αγάπης.
Ελεημοσύνη, δίχως αγάπη, είναι ψυχρή και καταθλιπτική. Είναι
σώμα νεκρό, δίχως ήλιο και φως. Είναι λουλούδι δίχως ομορφιά και ευωδία. Όταν
δίνεις δίχως αγάπη, προσβάλλεις.
Γιατί, ποια αξία έχει το ωραιότερο και ακριβότερο δώρο, όταν
προσφέρεται χωρίς χαμόγελο; Ο Ιησούς ζήτησε την προσοχή μας στο θέμα της
ελεημοσύνης.
Καταδίκασε την επιδεικτική και υπερήφανη ελεημοσύνη. Πόσο,
και στο σημείο τούτο, μας διδάσκουν οι Άγιοι!
Υπέροχη και θαυμαστή έμεινε, στην ιστορία, η βοήθεια των
τριών φτωχών κοριτσιών από τον Άγιο Νικόλαο, όχι τόσο για το ποσό των χρημάτων
– κι αυτό βέβαια ήταν αξιόλογο – αλλά, προπάντων, για τη διακριτικότητα της
πράξεώς του.
«Δεινόν η πενία», λέγει ο ιερός Χρυσόστομος. Τυφλώνει κάποτε
τον άνθρωπο και κάνει τα μη πρέποντα. Ήτανε κίνδυνος, λοιπόν, και για τα τρία
εκείνα κορίτσια να οδηγηθούν στη διαφθορά.
Ο πατέρας τους έφτασε στην απελπισία.Αλλά ο άγιος Νικόλαος,
γεμάτος αγάπη και διάκριση, σπεύδει στην κατάλληλη στιγμή. Λαμβάνει όλα τα
μέτρα, ώστε η πράξη του να παραμείνει άγνωστη και μυστική από τους ανθρώπους.
Εφαρμόζει το του Κυρίου «Μη γνώτω η
αριστερά σου, τι ποιεί η δεξιά σου».
Χωρίς χρονοτριβή, παίρνει ένα καλογεμισμένο σακουλάκι με
χρυσά νομίσματα κι έρχεται με προφύλαξη, αργά τη νύχτα, ρίχνει το πολύτιμο
δέμα, από το παραθυράκι, μέσα στο σπίτι και φεύγει γρήγορα.
Ο πατέρας των κοριτσιών δεν πίστευε στα μάτια του. Όταν ο
άγιος Νικόλαος πληροφορήθηκε πως ο πατέρας πάντρεψε την πρώτη του κόρη, πήγε
και ξανάριξε άλλο σακουλάκι με χρήματα, με τον ίδιο τρόπο.
Θερμές ήταν του φτωχού πατέρα οι ευχαριστίες και δοξολογίες
στον Πανάγαθο Κύριο. Έτσι πάντρεψε και τη δεύτερη. Ωστόσο, πρέπει να μην του
διαφύγει ο ευεργέτης.
Προαισθάνεται ότι θα ξανάρθει και αναμένει άγρυπνος, ώστε,
μόλις aκούσει θόρυβο που θα προδώσει την παρουσία του, να τρέξει, να τον
πιάσει, να δει ποιος είναι αυτός ο τόσο καλός άνθρωπος, που έσωσε κι αυτόν και
τα κορίτσια του.
Έτσι κι έγινε. Δεν πέτυχε, στην τρίτη μυστική του απόπειρα,
ο φιλόστοργος και φιλόπτωχος άγιος.
Τρέχοντας ο πατέρας τον αναγνώρισε και τον ευχαρίστησε που
έσωσε, με την πράξη του, τρεις ψυχές από τη διαφθορά. Ο Νικόλαος του μίλησε με
πολλή αγάπη, δεσμεύοντάς τον να μην αναφέρει το γεγονός σε κανέναν.
περι 2020
Ολοι βιαζονται να φυγει το 2020...
λες και το 2021 θα ειναι καλυτερο,